Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

θα τού στρίψω τα

См. также в других словарях:

  • λαρύγγι — το (Α λαρύγγιον) [λάρυγξ] νεοελλ. 1. ο λάρυγγας 2. φρ. α) «θα τού στρίψω το λαρύγγι» θα τόν πνίξω β) «έβγαλα το λαρύγγι μου» φώναξα πάρα πολύ δυνατά αρχ. υποκορ. τού λάρυγξ. [ΕΤΥΜΟΛ. < λαρύγγ ιον < θ. λαρυγγ (λάρυγξ) + υποκορ. κατάλ. ιον] …   Dictionary of Greek

  • καρύδι — το 1. ο καρπός της καρυδιάς: Φέτος οι καρυδιές δεν είχαν πολλά καρύδια. 2. η προεξοχή του λάρυγγα στο λαιμό: Θα σου στρίψω το καρύδι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • στρίβω — έστριψα, στρίφτηκα, στριμμένος 1. μτβ., συστρέφω κάτι: Στρίβει το νήμα. – Στρίψε το τιμόνι. 2. αμτβ., στρέφομαι, αλλάζω κατεύθυνση: Αναγκάστηκα να στρίψω δεξιά. 3. «Του στριψε», τρελάθηκε· «Στριμμένος», μη κανονικός άνθρωπος, δύστροπος· «Στρίβε… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»